- αντιχαιρετίζω
- αντιχαιρετίζω και αντιχαιρετώ -ισα και -ησα, ανταποδίνω το χαιρετισμό: Τον αντιχαιρέτησε ψυχρά και συνέχισε το δρόμο του.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
αντιχαιρετίζω — κ. χαιρετώ ( άω) (Μ ἀντιχαιρετίζω) ανταποδίδω χαιρετισμό … Dictionary of Greek